προτρυγητηρ

προτρυγητηρ
    προτρυγητήρ
    προ-τρῠγητήρ
    -ῆρος ὅ [τρυγάω] (sc. ἀστήρ) предуборочная звезда (справа от созвездия Девы, восходящая незадолго до сбора винограда) Plut.

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Смотреть что такое "προτρυγητηρ" в других словарях:

  • προτρυγητήρ — harbinger of the vintage masc nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προτρυγητήρ — ῆρος, ὁ, Α αστρον. αστέρας προς τα δεξιά τού αστερισμού τής Παρθένου, που ανατέλλει λίγο πριν από τον τρυγητή, αλλ. τρυγητήρ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + τρυγητήρ (< τρυγῶ)] …   Dictionary of Greek

  • προτρυγητῆρα — προτρυγητήρ harbinger of the vintage masc acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προτρυγητῆρες — προτρυγητήρ harbinger of the vintage masc nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προτρυγητῆρι — προτρυγητήρ harbinger of the vintage masc dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • προτρυγητῆρος — προτρυγητήρ harbinger of the vintage masc gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Виндемиатрикс — ε Virginis Звезда Наблюдательные данные (Эпоха J2000) Прямое восхождение …   Википедия

  • προτρυγητής — ὁ, Α ο προτρυγητήρ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + τρυγητής «ονομασία αστερισμού» (< τρυγῶ)] …   Dictionary of Greek

  • τρυγητήρ — ῆρος, ὁ, Α 1. αυτός που συλλέγει τους ώριμους καρπούς και ιδίως τα σταφύλια, ο τρυγητής 2. ονομασία αστέρα, προτρυγητήρ*. [ΕΤΥΜΟΛ. < τρυγῶ (Ι) + κατάλ. τήρ* (πρβλ. τιμωρη τήρ)] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»